Σάββατο 21 Νοεμβρίου 2009

Τι απέγινε η Έλι

-Σταμάτησα τουλάχιστον να κλαίω όταν ακούω το Οver the hill.
-Δεν είμαι σίγουρη νομίζω ότι έχεις πατήσει την παύση.
-Όχι, the colour of my heart is no more black.
-What about the colour of your eyes? It remains still the same?
-Έλα τώρα, είδες χτες, μάζευε τα πράγματα του και τον δούλευα.
-Μετά βίας και συγκράτησες τους βλενογόννους θες να πεις.
-Αφού τραγούδαγα πάρε ότι θέλεις παλιατζή...
-Και το μελό, σου χάρισα την καρδιά μου και την έκανες κομμάτια τι τό 'θελες;
-Είμαι μικροαστή και μελό, έχεις πρόβλημα;
-Αν ήσουν μικροαστή δεν θα χώριζες και σήμερα δεν θα πήγαινες μόνη σου να δεις ιρανική ταινία.
-Κάνω ότι δεν έκανα τόσα χρόνια με τον πρώην. Βλέπω ταινίες που γουστάρω.
-Είσαι άδικη. Και δανέζικη έχετε δει μαζί και τούρκικη και κινέζικη, να μην μετρήσω τις γαλλικές.
-Στην δανέζικη γκρίνιαζε το πρώτο μισάωρο γιατί του την έσπαγε η γλώσσα, μόλις κατάλαβε ότι ο καθηγητής τά 'χε με την πιτσιρίκα το βούλωσε, στην κινέζικη έφυγε στο διάλειμα για περπάτημα και η τουρκική του άρεσε γιατί η πρωταγωνίστρια ήταν θεά και του αρέσει και το οθωμανικό.
-Οθωμανικό δεν είχε και στην κινέζικη κι εσύ βαρέθηκες, κοιμήθηκες πάνω από μισάωρο.
-Ότι κι αν λες πάντως η σημερινή ήταν πολύ καλή και θα ήταν χρήσιμο να κρατήσεις τουλάχιστον την φράση: Ένα πικρό τέλος είναι προτιμότερο από μια ατέλειωτη πικρία.

Παρασκευή 9 Οκτωβρίου 2009

Διαχωριστική γραμμή

Είναι λεπτή και διαφανής, μοιάζει με πετονιά, σχεδόν αόρατη. Όταν την περνάς δεν την βλέπεις. Μετά δεν προλαβαίνεις να σκουπίζεις τα αίματα.
Πήγα σήμερα να ζητήσω ληξιαρχική πράξη γάμου. Την θέλει ο συμβολαιογράφος για το διαζύγιο. Στον δήμο ο υπάλληλος βρήκε τη μερίδα μας. Άνοιξε τον φάκελλο με το όνομά του και χύθηκαν έξω τα χαρτιά, αναποδογύρισε η ζωή μου πάνω στον πάγκο. Ληξιαρχικές πράξεις γέννησης και βρέθηκα στο διάδρομο του μαιευτήριου πάνω στο φορείο, ο μπαμπάς της να με κοιτάει βουρκωμένος και να μου λέει πως είναι κούκλα σφίγγοντάς μου το χέρι, ο νοσοκόμος να σπρώγχνει το φορείο να με ρωτά τι τού 'χω κάνει και μ' αγαπάει τόσο. Και μετά στη δεύτερη, που στήλωσε τα μάτια της στα δικά μου όταν θήλασε για πρώτη φορά, μωρό ωρών, εκείνος καμάρωνε για το πόσο έξυπνη είναι. "Για τι σκοπό την χρειάζεστε;" "Διαζύγιο" κι η φωνή μου είναι η φωνή μιάς άλλης, ξερή σα να βγαίνει από μεγάφωνο στρατόπεδου συγκέντρωσης, ίδια με την φωνή που έχω όταν απαντάω στις ερωτήσεις τους. "Μαμά δύο άνθρωποι μπορούν να αγαπηθούν ξανά, αφού έχουν πάρει διαζύγιο;" "Κι αν ένα παιδί πάει στο δικαστήριο και πει στο δικαστή ότι δεν συμφωνεί με την απόφαση των γονιών του, τι θα αποφασίσει εκείνος;". 'Ολη μου η ζωή ξαναμπήκε μέσα στον ξένο φάκελλο, οι χαρές, οι λύπες και οι ερωτήσεις ανακατεμένες.
Ξαπλώνω στο κρεβάτι της μεγάλης, παίρνω τον αρκούδο που έχει από μωρό και τραβάω την ουρά του. Η παιδική μελωδία με βρίσκει να κάνω ποδήλατο πάνω σε τρεις ρόδες, τέλη δεκαετίας '60, ο μπαμπάς καμαρώνει το πόσο γρήγορα πάω, ο θείος μου δεν μπορεί να με βλέπει, ζαλίζεται. Τρέχω με όση φόρα έχω προς τον τοίχο και την τελευταία στιγμή στρίβω. Απο μικρή φαίνεται ρίσκαρα με τις μετωπικές, αλλά τότε είχα τον τρόπο. Όμως δεν μπορείς να τις αποφεύγεις πάντα. Θά ΄ρθει η ώρα που δεν θα θελήσεις να παρακάμψεις το εμπόδιο, αλλά να το διαλύσεις. Και μπορεί να διαλυθείς εσύ και να βρεθείς μες τα αίματα. Πρέπει μόνο να καταφέρεις να σηκωθείς μετά.

Πέμπτη 10 Σεπτεμβρίου 2009

Εκχύμωση

Εκχύμωση (η): η εκροή αίματος στους ιστούς λόγω ρήξεως των αγγείων, που εκδηλώνεται με μελάνιασμα του δέρματος (αιμάτωμα). Συνώνυμα μελανιά, εκχύμωμα (το). Ετυμ. εκχύμωσις,εκχυμώ (-όω),εκ- + -χυμός,χυμός.

Πέφτω συχνά. Μετά όμως σηκώνομαι και προχωρώ. Αν δεν ματώσω εκείνη την ώρα, τη συνειδητοποιώ την επόμενη ή ακόμη και την μεθεπόμενη. Ακουμπώ κάπου και πετιέμαι από τον πόνο. Τότε που το χρώμα της είναι μπλε-μωβ. Την ψάχνω κι αρχίζω να την ψηλαφώ, η πίεση των δαχτύλων μου αυξάνεται σταδιακά. Ο πόνος του ζουλήγματος μου προκαλεί μιά γλυκιά ηδονή. Πιέζω όσο μπορώ την δεύτερη και την τρίτη ημέρα γιατί ο χρόνος της είναι πεπερασμένος, όπως και ο δικός μου άλλωστε. Μετά θα ξεθωριάσει σε αυτό το εμετικό κίτρινο που δίνει μιά τελείως ξενέρωτη αίσθηση μεταξύ πόνου και ενόχλησης. Το βαθύ μπλέ-μωβ είναι το στάδιο του μέγιστου πόνου. Το αγαπημένο μου.
Θαρρώ πως η καρδιά μου αρχίζει να ξεχρωματίζει στο κίτρινο.

Παρασκευή 28 Αυγούστου 2009

Το σκληρό καλοκαίρι του 2009

Έκλαψα, έγραψα ανεπίδοτα γράμματα, πένθησα.
Έχασα τη δουλειά μου.
Ο πατέρας έφυγε στα 83 του. Ξαφνικά. Μετά το σοκ η εκλογίκευση: το νεκροταφείο είναι γεμάτο με μικρότερους. Ο ίδιος εξάλλου έτσι ήθελε να φύγει.
Ο πατέρας των παιδιών μου φεύγει από το σπίτι αυτή τη βδομάδα. Δεν είναι τίποτε άλλο πιά παρά μόνον αυτό. Επιτέλους φεύγει, τρία χρόνια πάλευα για το αδύνατο.
Ψάχνω εναγωνίως δουλειά. Δεν με νοιάζει τίποτε άλλο, μόνο να είμαστε καλά τα παιδιά κι εγώ.
Αισθάνομαι δυνατή, όμως δεν είμαι. Αν ήμουν δυνατή θα ήμουν αδύνατη.

Σάββατο 6 Ιουνίου 2009

Terra incognita



Everything becomes unstable.



Η φωτογραφία είναι του Frans Lanting από το science.nationalgeographic.com/science/photos/rocks/oozing-lava.html

Σάββατο 30 Μαΐου 2009

Αμφιβάλλοντας

Να φύγω ή να μείνω;
Αντέχω ή όχι;
Φοβάμαι ή ελπίζω;
Δεν θέλω ή δεν μπορώ;

To be or not to be?

"He was no more, freed from being, entering into nowhere without even knowing it. Just as he' d feared from the start."

Everyman, Philip Roth

Δευτέρα 30 Μαρτίου 2009

Βουτώντας

στη μαύρη λίμνη της κατάθλιψης, νιώθω φόβο κι απελπισία. Εύχομαι το νερό να με τραβήξει προς τα κάτω, ήρεμα και γαλήνια και να τελειώσει εκεί το παραμύθι. Όμως την ίδια στιγμή που το συνειδητοποιώ, μαζεύω τις δυνάμεις μου και ορμώ προς την όχθη. Δεν μπορείς να αφεθείς να πνιγείς όταν ξέρεις κολύμπι.

Τετάρτη 28 Ιανουαρίου 2009

Τρώγοντας

Δεν γράφω, ούτε διαβάζω όσο θά ΄θελα. Το μόνο που κάνω με συνέπεια είναι να τρώω. Λες και έχω βάλει στοίχημα με τον εαυτό μου πόσα κιλά μπορώ να φτάσω. Σε λίγο θα εκραγώ. Είμαι ήδη 87.5. Για πρώτη φορά στη ζωή μου. Είμαι καλά, τρώω. Δεν είμαι καλά, τρώω πάλι. Χωρίς να πεινάω. Και όταν πεινάω πάλι τρώω. Κάθε πρωί λέω θα φάω λιγότερο από όσο έφαγα χτες. Κάθε βράδυ διαπιστώνω ότι έχω φάει περισσότερο από την προηγούμενη. Και τώρα γράφω και τρώω. Σοκολάτα. Green & Black, μιά από τις αγαπημένες μου. Αλλά και όταν δεν μπορώ να το παίξω γκουρμέ, ρίχνω στον μέσα σκουπιδοντενεκέ ότι υπάρχει. Έτσι αντιμετωπίζω τον εαυτό μου, σαν σκουπιδοντενεκέ. Γιατί μου κακοφαίνεται όταν έτσι με αντιμετωπίζουν και οι άλλοι; Ξέρω τη λύση. Αλλά δεν την εφαρμόζω. Γιατί; Τα ερωτηματικά με κυνηγάνε, ο ήρωας την νουβέλλας μου επίσης, εμφανίζεται μπροστά μου σαν το φάντασμα του πατέρα του Άμλετ. Με κοιτά επίμονα και ρωτά τι έχω σκοπό να τον κάνω. Άν θα πάρει ποτέ σάρκα και οστά ή θα καταλήξει στον σκουπιδοντενεκέ μέσα μου. Μόνο που θα μείνει αχώνευτος, θα τον ρεύομαι για το υπόλοιπο του βίου μου. Ξέρω τι πρέπει να κάνω. Και δεν το κάνω γιατί πρέπει. Ή μήπως όχι;